Μια νέα και εν πολλοίς άγνωστη εικόνα θα παρουσιάσουν οι ισολογισμοί των τραπεζών που για πρώτη φορά θα εναρμονιστούν με τις επιταγές της καινούριας κοινοτικής οδηγίας CSRD.
Oι τράπεζες, οι ασφαλιστικές και οι πολύ μεγάλες εταιρείες στη χώρα μας, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα παρουσιάσουν στους ισολογισμούς τους μια σειρά από νέα στοιχεία που θα απεικονίζουν:
■ Τις εκπομπές σε ρύπους τόσο από τις δικές τους δραστηριότητες όσο και των πελατών τους.
■ Την πλήρη κοινωνική διαστρωμάτωση του προσωπικού τους.
■ Την ενιαία πλέον στοχοθεσία τους σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών ρύπων για το 2030.
Μπορεί όλα αυτά να φαίνονται εν πρώτοις απλές πληροφορίες, ωστόσο είναι κάτι πολύ παραπάνω. Τα πρώτα στοιχεία που έχουν οι τράπεζες στα χέρια τους και αφορούν τους πελάτες τους καταγράφουν σαφώς ότι οι εκπομπές ρύπων που προκύπτουν από τη δραστηριότητά τους παραμένουν εκτός στοχοθεσίας, δηλαδή ιδιαίτερα υψηλές, και είναι θέμα της Ε.Ε. αν θα επιμείνει, παρά τη στροφή των ΗΠΑ, στους αυστηρούς όρους που έχει θέσει, διότι σε αυτή την περίπτωση μεγάλα βιομηχανικά δάνεια θα αλλάξουν επιτοκιακή κλίμακα οσονούπω.
Συγχρόνως θα υπάρξει πλήρης καταγραφή για κάθε εταιρεία ως προς τη μόρφωση και την κοινωνική διαστρωμάτωση του προσωπικού τους, που αποτελεί πολύτιμη πληροφορία για συνεργασίες, εξαγορές, συγχωνεύσεις, αλλά και ένταση εργασιών προς κάποιες συγκεκριμένες κατευθύνσεις.
Οι ενιαίοι στόχοι για τη μείωση των εκπομπών ρύπων μέχρι το 2030 δεν μπορεί να αποτελούν αόριστα σχέδια αλλά απαντήσεις σε συγκεκριμένα και συγκρίσιμα ερωτηματολόγια με όλες τις ευρωπαϊκές εταιρικές οντότητες. Το μεγάλο ερώτημα, ωστόσο, έχει να κάνει με το κατά πόσον η Ευρώπη θα συνεχίσει στην ίδια ρότα ή αν θα χαλαρώσει τις απαιτήσεις της από τις επιχειρήσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραπάνω καταγραφή φέρνει μια απίστευτη γραφειοκρατία για τις εταιρείες και όσο αυτή κατεβαίνει προς τις μικρότερες επιχειρήσεις τόσο εκείνες θα γίνονται λιγότερο ανταγωνιστικές. Συγχρόνως, δημιουργεί τεράστια κόστη που θα είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν από μικρότερες επιχειρήσεις.
Μια αμφιλεγόμενη πολιτική
Από την άλλη πλευρά, στις τράπεζες τυχαίνει ο δύσκολος ρόλος της αξιολόγησης που αφορά τους πελάτες τους και η ενημέρωση -γενική και ειδικότερη- προς τους θεσμούς.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεχόμενη πολιτικές πιέσεις από όλα τα μεγάλα βιομηχανικά κράτη της Ευρώπης και αντιλαμβανόμενη τα προβλήματα που δημιουργούν οι αυστηρές ρήτρες για το κλίμα, βρίσκεται σε μια λογική πιθανής χαλάρωσης.
Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που αξιολογεί ως μείζονες τους κινδύνους του κλίματος για τις χορηγήσεις, ιδιαίτερα σε χώρες που βάλλονται από πλημμύρες, ξηρασία, πυρκαγιές, σεισμούς κ.λπ.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, η παραπάνω πληροφόρηση ούτε λίγο ούτε πολύ ξεπερνά τις 200 σελίδες και θα κριθεί σε σημαντικό βαθμό από τα stress tests κλίματος, αλλά και από τα κανονικά stress tests των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν ήδη ξεκινήσει.
Οπλο η πιστωτική επέκταση
Δεδομένου ότι οι τράπεζες κινούνται με όπλο την πιστωτική επέκταση, που θα κινηθεί μεταξύ 12 και 14 δισ. ευρώ για το 2024, εκτιμάται πως οι αποφάσεις της Ε.Ε. για το κλίμα θα είναι καθοριστικές. Την ίδια στιγμή τα μεγάλα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας μας βρίσκονται κάτω από τη διόπτρα των επενδυτικών funds.
Oι τράπεζες θα βρεθούν στο μεγάλο 21ο Χρηματοοικονομικό Συνέδριο της Morgan Stanley στο Λονδίνο, 18 έως 20 Μαρτίου, ενώ θα έχει προηγηθεί το συνέδριο της HSBC στο Ντουμπάι, στις 25 με 27 Φεβρουαρίου.
Και καθώς οι τράπεζες θα στηρίξουν τις εργασίες τους στην πιστωτική επέκταση, κυρίως την επιχειρηματική λόγω RRF, είναι πολύ σημαντικό να προγραμματίσουν αν το νέο θεσμικό πλαίσιο θα επηρεάσει ή όχι την επιτοκιακή τους πολιτική – ιδιαίτερα στις μεγάλες επιχειρήσεις.
Οι τράπεζες ξεκινούν την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τους στις 24 Φεβρουαρίου και θα την έχουν ολοκληρώσει εντός Φεβρουαρίου, ανακοινώνοντας παράλληλα και την αναθεώρηση των επιχειρησιακών σχεδίων τους.
Στοιχεία αποτελεσμάτων
Τα πιστωτικά ιδρύματα εκτιμούν πως μέσα στο 2025 τα επιτόκια θα υποχωρήσουν κάτω από 2% και διαβλέπουν μια μείωση εσόδων από τόκους η οποία θα είναι χαμηλότερη των 350 εκατ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις προμήθειες, οι τράπεζες από τα κυβερνητικά μέτρα εκτιμούν ότι θα έχουν στο σύνολό τους μια μείωση της τάξεως των 120 εκατ. ευρώ, την οποία ωστόσο θα αντισταθμίσουν σε σημαντικό βαθμό από άλλες προμήθειες που αυξάνονται, όπως αυτές των αμοιβαίων κεφαλαίων. Παρ’ όλα αυτά, προσβλέπουν σε θετική αναθεώρηση των επιχειρησιακών τους σχεδίων εκτιμώντας πως τα spreads των επιτοκίων θα διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα.
H Τράπεζα Πειραιώς θα ανακοινώσει αποτελέσματα στις 24/2, η Eurobank στις 27/2, η Alpha Bank στις 28/2, ενώ η ΕΤΕ αναμένεται να ανακοινώσει τα αποτελέσματά της πέριξ αυτών των ημερομηνιών.
Τέλος, πολύτιμες πληροφορίες θα αντληθούν και για τις επενδύσεις γύρω από τα θέματα ESG, που στη συνέχεια θα αποτελέσουν βάση για το πώς θα αντιμετωπίσουν οι τράπεζες και θέματα διανομών. Σημειώνεται ότι πρόσφατα η Morgan Stanley έκανε την εκτίμηση για διανομές μέχρι 70% από τις τράπεζες το 2026.
Τα μερίσματα αποτελούν και θα συνεχίσουν να αποτελούν αγαπημένο θέμα των αναλυτών. H εκτίμηση είναι ότι η γρηγορότερη απόσβεση του DTC θα δώσει το πράσινο φως για υψηλά μερίσματα και κατά τα επόμενα έτη, μια και οι επόπτες θα πειστούν για την υγεία των ισολογισμών τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεχόμενη πολιτικές πιέσεις από όλα τα μεγάλα βιομηχανικά κράτη της Ευρώπης και αντιλαμβανόμενη τα προβλήματα που δημιουργούν οι αυστηρές ρήτρες για το κλίμα, βρίσκεται σε μια λογική πιθανής χαλάρωσης. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με την ΕΚΤ που αξιολογεί ως μείζονες τους κινδύνους κλίματος για τις χορηγήσεις, ιδιαίτερα σε χώρες που βάλλονται από πλημμύρες, ξηρασία, πυρκαγιές σεισμούς κ.ά.
Διαβάστε επίσης:
Κερδισμένοι και χαμένοι των φετινών φορολογικών δηλώσεων -Οι αλλαγές που κάνουν τη διαφορά
e-ΕΦΚΑ – ΔΥΠΑ: Ο «χάρτης» των πληρωμών από τις 24 έως τις 28 Φεβρουαρίου
Source link