Σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση για τους Έλληνες παρά την ανάκαμψη στην απασχόληση

Σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση για τους Έλληνες παρά την ανάκαμψη στην απασχόληση

Σε μια περίοδο όπου οι επίσημοι δείκτες στην αγορά εργασίας παρουσιάζουν ορισμένα θετικά σημάδια, η πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ ρίχνει φως σε μια πιο περίπλοκη και ανησυχητική πραγματικότητα.

Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία, κατατάσσεται στη δεύτερη χειρότερη θέση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με το ποσοστό των εργαζομένων που, παρότι έχουν εργασία, ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Μόνο η Βουλγαρία εμφανίζει πιο δυσμενή δεδομένα σε αυτό το πεδίο.

Η έρευνα αναδεικνύει ότι το 8,8% των μισθωτών στην Ελλάδα βιώνουν σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση. Αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικό κομμάτι της εργατικής δύναμης αδυνατεί να καλύψει βασικές ανάγκες διαβίωσης και να συμμετάσχει ενεργά στην κοινωνική ζωή. Επιπλέον, σχεδόν τρεις στους δέκα εργαζόμενους (29,3%) δηλώνουν πως δεν έχουν τη δυνατότητα να διαθέσουν ούτε ένα μικρό χρηματικό ποσό για προσωπικές ή ψυχαγωγικές ανάγκες κάθε εβδομάδα — στοιχείο που υπογραμμίζει την οικονομική πίεση που ασκείται σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού.

Παρά τη βελτίωση κάποιων ποσοτικών δεικτών στην αγορά εργασίας, η καθημερινότητα για πολλούς εργαζόμενους παραμένει δυσχερής, καθώς η αγοραστική τους δύναμη δεν επαρκεί για να καλύψει στοιχειώδεις ανάγκες. Αυτό δείχνει το χάσμα ανάμεσα σε αριθμούς και στατιστικά που μπορεί να παρουσιάζονται θετικά, και στην πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες.

Επιπλέον, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα ξεπερνά χώρες της νότιας Ευρώπης όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Κύπρος, ενώ υστερεί σημαντικά και σε σύγκριση με ορισμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ρουμανία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία. Για παράδειγμα, στη Ρουμανία το ποσοστό σοβαρής υλικής στέρησης είναι 7,8%, στην Ουγγαρία 5,4% και στη Σλοβακία μόλις 3,3%, την ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται στο 8,8%.

Η έρευνα δείχνει επίσης ότι οι διαφορές ανάμεσα σε επιμέρους κοινωνικές ομάδες είναι σημαντικές και σε ορισμένες περιπτώσεις δραματικές. Στους μισθωτούς εργαζόμενους το ποσοστό σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης αγγίζει το 9,1%, ενώ στους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους ανεβαίνει στο 9,6%. Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο κρίσιμη για τους ανέργους, όπου το ποσοστό εκτοξεύεται στο 41%, επιβεβαιώνοντας την ιδιαίτερη ευαλωτότητα αυτής της ομάδας. Παρόμοια, υψηλά ποσοστά εμφανίζονται και στους μη οικονομικά ενεργούς πολίτες, με το 9,1% των συνταξιούχων και το 20,6% των υπόλοιπων μη ενεργών να βιώνουν σοβαρή υλική στέρηση.

Τα δεδομένα του 2024 επιβεβαιώνουν επιδείνωση σε σχέση με το 2023 σε όλες τις κοινωνικές ομάδες, επισημαίνοντας μια γενικότερη τάση υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου. Ενδεικτικά, οι ελληνικοί δείκτες είναι σχεδόν διπλάσιοι των μέσων ευρωπαϊκών ποσοστών, γεγονός που δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί και το γεγονός ότι η χώρα μας βρίσκεται στην πρώτη θέση στην ΕΕ όσον αφορά το ποσοστό των εργαζομένων που δεν μπορούν να διαθέσουν ούτε ένα μικρό ποσό για προσωπική χρήση εβδομαδιαία — ποσοστό που το 2024 αυξήθηκε στο 29,3% από 27,9% το προηγούμενο έτος. Αν και χαμηλότερο σε σχέση με το 2019, παραμένει κατά πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με διαφορά 21 ποσοστιαίων μονάδων.

Η εικόνα επιδεινώνεται για άλλες ομάδες, με το 31,4% των αυτοαπασχολούμενων να αντιμετωπίζει ανάλογες δυσκολίες (ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι μόλις 7,5%), το 61,7% των ανέργων να δυσκολεύεται, σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και το 41,3% των μη οικονομικά ενεργών πλην των συνταξιούχων, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη είναι 16%. Στους συνταξιούχους, το 30,4% αδυνατεί να καλύψει βασικές ανάγκες, ποσοστό τριπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Τέλος, η δυνατότητα συμμετοχής σε τακτικές δραστηριότητες αναψυχής, που είναι κρίσιμη για την ψυχοκοινωνική ευημερία, περιορίζεται για μεγάλο μέρος των Ελλήνων. Το 23,5% των μισθωτών δηλώνει ότι δεν μπορεί να συμμετέχει σε τέτοιες δραστηριότητες, καθιστώντας τη χώρα πρωταθλήτρια και σε αυτόν τον δείκτη κοινωνικής στέρησης, με τη διαφορά από τη δεύτερη χειρότερη χώρα (Ρουμανία) να φτάνει τις 6,7 ποσοστιαίες μονάδες.

Συνολικά, τα στοιχεία της έρευνας αποτυπώνουν μια πολύ ανησυχητική πραγματικότητα: παρά τη θετική εικόνα που μερικές φορές διαφαίνεται στους επίσημους δείκτες της αγοράς εργασίας, μεγάλο τμήμα της ελληνικής εργατικής δύναμης συνεχίζει να ζει σε συνθήκες που δεν εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση. Αυτό το χάσμα ανάμεσα στην αριθμητική «ανάκαμψη» και στην κοινωνική πραγματικότητα απαιτεί σοβαρή προσοχή από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ανάπτυξη θα γίνει βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη.

Πηγή: topontiki.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ηράκλειο: Της είπε ότι θα της νοικιάσει το σπίτι του και της “έφαγε” 1.400 ευρώ

Ηράκλειο: Αγωνία για την 24χρονη Στέλλα – Έρευνες για τον εντοπισμό της

Ακολουθήστε το ekriti.gr στο

Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις για την Κρήτη και όχι μόνο.


Source link