Αλήθεια, πόσο ακόμα τα “ψευτομαγκάκια” θα νιώθουν “αρχηγοί”;

Αλήθεια, πόσο ακόμα τα “ψευτομαγκάκια” θα νιώθουν “αρχηγοί”;

Στους δρόμους κυκλοφορούν άτομα, η νοοτροπία των οποίων είναι επικίνδυνη για το κοινωνικό σύνολο

Αν κάτι χαρακτηρίζει την κρητική καθημερινότητα, πέρα από τη ρακή, τη φιλοξενία και το απέραντο φιλότιμο, είναι η βαριά και συχνά εκρηκτική κληρονομιά των δρόμων της. Μια κληρονομιά που κουβαλάει μέσα της μια ιδιότυπη κουλτούρα μαγκιάς, ένα μείγμα βιασύνης, επίδειξης και αδιαφορίας, που εδώ και χρόνια μετατρέπει την οδήγηση σε ρωσική ρουλέτα. Στους δρόμους της Κρήτης δεν κυκλοφορούν απλώς οχήματα, κυκλοφορούν νοοτροπίες και, δυστυχώς, μία από τις πιο διαβρωτικές είναι αυτή των “ψευτομαγκών της ασφάλτου”.

Πρόκειται για ένα φαινόμενο που όλοι γνωρίζουμε, όλοι βλέπουμε, όλοι σχολιάζουμε, αλλά ελάχιστοι παραδέχονται πως το αναπαράγουν. Είναι οι οδηγοί που, λες και τους τρέχει η μοίρα, βιάζονται χωρίς λόγο. Είναι αυτοί που προσπερνούν σε διπλή γραμμή, που ανοίγουν παραθυράκια για να βάλουν “μια καλή ψιλή” στην κόρνα, που νομίζουν ότι ο δρόμος τούς ανήκει. Είναι αυτοί που κάθε φορά που στρίβουν χωρίς φλας, φαίνεται να πιστεύουν πως όλοι γύρω τους διαθέτουν τηλεπαθητικές ικανότητες. Οι ψευτόμαγκες της ασφάλτου δεν είναι συγκεκριμένη ηλικία, φύλο ή κοινωνικό στρώμα. Είναι μια νοοτροπία που μεταδίδεται σαν ιός. Δεν υπάρχει κρητική πόλη ή χωριό που να μην έχει το δικό του “αστέρι” της ασφάλτου. Αυτόν που παρκάρει όπου βρει διαβάσεις, ράμπες ΑμεΑ, στροφές, πεζόδρομους, με την άνεση εκείνου που θεωρεί ότι απλώς έκανε μια δουλειά ενός λεπτού. Αυτόν που θα κορνάρει με το παραμικρό, που θα ξεκινήσει στο φανάρι πριν ακόμα σβήσει το κόκκινο, που θα οδηγήσει με το κινητό στο χέρι, το άλλο στο τιμόνι και το μυαλό αλλού, και βέβαια, υπάρχει και το άλλο είδος, εκείνος που μετατρέπει κάθε στενό σε πίστα ράλι και κάθε ευθεία σε πεδίο κόντρας.

Το αμάξι τσιτωμένο, η εξάτμιση να βαράει, η μουσική στη διαπασών και μέσα στο κεφάλι μια ψευδαίσθηση ανωτερότητας ότι η ταχύτητα είναι δύναμη, ότι ο θόρυβος είναι κύρος, ότι η επικίνδυνη οδήγηση είναι τρόπος να γεμίσει τα κενά. Η αλήθεια όμως είναι πως οι ψευτόμαγκες της ασφάλτου δεν είναι μάγκες, είναι απλώς οδηγοί που με την ελαφρότητα των επιλογών τους υπονομεύουν ζωές. Δεν είναι επαναστάτες, δεν είναι άνθρωποι της δράσης. Είναι άνθρωποι που καταργούν κανόνες, όχι από θάρρος, αλλά από ανασφάλεια. Γιατί μόνο όποιος νιώθει μικρός μέσα του χρειάζεται να φανεί μεγάλος στον δρόμο. Η Κρήτη κουβαλάει μια γενναία αντίφαση από τη μία, μια κοινωνία ζεστή, ανθρώπινη, φιλόξενη, με έντονο το αίσθημα της αλληλεγγύης. Από την άλλη, έναν οδικό πολιτισμό που μοιάζει να τρέχει πίσω από την εποχή. Η ανυπομονησία, ο παρορμητισμός, το «έλα μωρέ και τι έγινε» βρίσκουν συνέχεια τον τρόπο να εκδηλώνονται πίσω από ένα τιμόνι.

Στις εθνικές οδούς του νησιού, ειδικά στη Βόρεια Οδό, βλέπεις σκηνές που θα μπορούσαν να είναι σκετς μαύρης κωμωδίας αν δεν ήταν τόσο επικίνδυνες. Αυτοκίνητα να κάνουν σλάλομ ανάμεσα σε άλλα, μοτοσυκλέτες που περνούν ξυστά από καθρέφτες, φορτηγά που θεωρούν ότι το 80 χιλιόμετρα την ώρα είναι προσβολή της τιμής τους και όλα αυτά σε έναν δρόμο που οι κάτοικοι γνωρίζουν πως συχνά συγχωρεί λιγότερο απ’ όσο προειδοποιεί. Αλλά ακόμη κι αν αφήσουμε τις ταχύτητες κατά μέρος, υπάρχει το διαρκές και εξοργιστικό παράδοξο, ότι ορισμένοι οδηγοί στην Κρήτη δε νιώθουν ότι αποτελούν μέρος μιας κοινότητας στον δρόμο. Δεν υπάρχει η λογική του συμβιώνω. Υπάρχει η λογική του “χωράω εγώ πρώτα”.

Οι αριθμοί των τροχαίων στην Κρήτη δεν είναι απλώς στατιστικές. Είναι οικογένειες, είναι άνθρωποι που έφυγαν, είναι όνειρα που ανακόπηκαν σε μια στιγμή και όμως κάθε φορά που ακούμε για νέο δυστύχημα, σκεφτόμαστε για λίγο, στεναχωριόμαστε, σχολιάζουμε και μετά συνεχίζουμε να συμπεριφερόμαστε σαν να μη μας αφορά. Η κοινωνική ανοχή στους ψευτόμαγκες της ασφάλτου είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα. Το γεγονός ότι τους βλέπουμε να παρκάρουν στο πεζοδρόμιο και απλώς σηκώνουμε τους ώμους. Ότι ακούμε μηχανάκια με “πειραγμένες” εξατμίσεις να κόβουν τη νύχτα και απλώς το αποδεχόμαστε. Ότι βλέπουμε τους ίδιους ανθρώπους να κάνουν επικίνδυνες προσπεράσεις ξανά και ξανά και όμως παραμένουν στην κυκλοφορία σαν να μη συμβαίνει τίποτα.

Αυτή η αίσθηση ατιμωρησίας τρέφει τη νοοτροπία και η νοοτροπία τρέφει τη συμπεριφορά. Ένας φαύλος κύκλος που συνεχίζεται όσο κανείς δεν τον σπάει. Η αληθινή μαγκιά, η κρητική, η γνήσια, η καθαρή, δεν έχει καμία σχέση με θόρυβο, επίδειξη ή ταχύτητα. Έχει σχέση με ευθύνη, με ωριμότητα, με σεβασμό. Η πραγματική μαγκιά είναι να φτάσεις σπίτι σου, όχι να φτάσεις πρώτος στο φανάρι. Είναι να σκέφτεσαι και τον άλλον, όχι μόνο τον εαυτό σου. Είναι να οδηγείς σαν να κουβαλάς στη θέση του συνοδηγού τον πιο αγαπημένο σου άνθρωπο. Η αλλαγή δεν μπορεί να βασίζεται μόνο σε νόμους και πρόστιμα. Αυτά χρειάζονται και μάλιστα επιτακτικά. Αλλά το ουσιαστικότερο κομμάτι είναι η εκπαίδευση και η παιδεία. Η συνειδητοποίηση ότι η οδήγηση δεν είναι πράξη δύναμης, είναι πράξη πολιτισμού. Χρειάζεται δουλειά στα σχολεία, στις οικογένειες, στις παρέες. Χρειάζεται να σταματήσει η εξιδανίκευση της επικίνδυνης συμπεριφοράς, η οποία συχνά περνάει σαν αστείο ή σαν “αντρίκεια” στάση. Χρειάζεται να καταλάβουμε ότι, όταν θαυμάζουμε τον φίλο που οδηγεί γρήγορα, όταν γελάμε με “πειραγμένα” μηχανάκια, όταν θεωρούμε υπερβολικούς όσους ζητούν ασφάλεια, τότε συμβάλλουμε στη διαιώνιση της μάστιγας. Η Κρήτη μπορεί να γίνει παράδειγμα οδικής παιδείας. Αλλά πρώτα πρέπει να παραδεχτεί το πρόβλημα και να απαιτήσει λύσεις. Από την Πολιτεία, από τους Δήμους, από την Τροχαία, αλλά κυρίως από τους ίδιους τους οδηγούς. Στο τέλος, όσο κι αν αναλύσουμε το φαινόμενο, η εξίσωση παραμένει απλή ή αλλάζει η νοοτροπία ή συνεχίζουμε να χάνουμε ανθρώπους.

Η εικόνα των κρητικών δρόμων δεν είναι θέμα τύχης, είναι θέμα επιλογών και η επιλογή της μαγκιάς πάνω από την ασφάλεια δεν είναι απλώς λάθος… είναι εγκληματική. Οι ψευτόμαγκες της ασφάλτου δεν έχουν θέση σε ένα νησί που θέλει να προχωρήσει μπροστά. Η Κρήτη δεν τους χρειάζεται. Χρειάζεται οδηγούς με συνείδηση, όχι με εγωισμό. Με μυαλό, όχι με παρόρμηση. Με ανθρωπιά, όχι με επίδειξη. Η αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει από κάτι τόσο απλό όσο ένα φλας, μια υπομονή στο φανάρι, ένα «δεν πειράζει, πέρασε πρώτος». Από το να σταθούμε όλοι απέναντι στη νοοτροπία των ψευτομαγκών, όχι σαν παρατηρητές, αλλά σαν ενεργοί πολίτες.

Γιατί τελικά, ο δρόμος δεν είναι αρένα. Είναι κοινός χώρος και σε έναν κοινό χώρο ή βρίσκουμε τρόπο να ζούμε μαζί ή τελικά δε ζει κανείς. Αλήθεια, πόσο ακόμα τα “ψευτομαγκάκια” θα νιώθουν “αρχηγοί”;


Source link