Μια βαθιά, αθέατη κρίση παιδικής προστασίας αποκαλύπτουν εργαζόμενοι του ΠΑΓΝΗ, με αφορμή τη φιλοξενία ενός προσφυγόπουλου στην Παιδιατρική Κλινική. Παιδιά εγκαταλελειμμένα, κακοποιημένα ή εκτεθειμένα σε άμεσο κίνδυνο – τα λεγόμενα «παιδιά των εισαγγελικών εντολών» – παραμένουν εγκλωβισμένα σε νοσοκομεία για εβδομάδες, όχι επειδή είναι άρρωστα, αλλά επειδή η πολιτεία δεν διαθέτει τους κατάλληλους χώρους φιλοξενίας.
Υγιή παιδιά που μεταφέρονται για έλεγχο και… μένουν μήνες
Στην πλειονότητά τους, όπως καταγγέλλουν εργαζόμενοι του ΠΑΓΝΗ, πρόκειται για υγιή παιδιά. Παραπέμπονται με εισαγγελική εντολή στις παιδιατρικές κλινικές για έναν τυπικό προληπτικό ιατρικό έλεγχο, ο οποίος ολοκληρώνεται σε λίγες ημέρες. Παρ’ όλα αυτά, λόγω της πλήρους ανεπάρκειας προνοιακών δομών, μένουν στα νοσοκομεία για πολύ περισσότερο, συχνά χωρίς καμία εξειδικευμένη ψυχοκοινωνική υποστήριξη.
«Η παραμονή μπορεί να διαρκέσει από λίγες ημέρες έως και μήνες. Τα τελευταία δύο χρόνια, πάνω από είκοσι παιδιά φιλοξενήθηκαν στο ΠΑΓΝΗ», αναφέρει στη «Νέα Κρήτη» ο Δημήτρης Βρύσαλης, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων ΠΑΓΝΗ. Όπως εξηγεί, η φύλαξη των παιδιών καταλήγει να γίνεται από προσωπικό φύλαξης ή ΜΚΟ, που – όσο φιλότιμη κι αν είναι η προσπάθειά τους – δεν έχουν την απαραίτητη εξειδίκευση για τις ανάγκες παιδιών που βρίσκονται σε κρίση.
«Το σύστημα που πρέπει να προστατεύει, τελικά τραυματίζει»
Τον δραματικό χαρακτήρα της κατάστασης περιγράφει στη «Νέα Κρήτη» και ο Γιώργος Σαμπροβαλάκης, πρόεδρος του Περιφερειακού Τμήματος Κρήτης του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος.
«Η ίδια η διαδικασία απομάκρυνσης από την οικογένεια είναι τραυματική. Όταν όμως το παιδί οδηγείται σε ένα ακατάλληλο περιβάλλον, επειδή δεν υπάρχει οργανωμένο δίκτυο παιδικής προστασίας, τότε το κράτος το επανατραυματίζει» – τονίζει.
Ο ίδιος αναφέρεται σε περιστατικά παιδιών που παραμένουν μήνες σε παιδιατρικές κλινικές πανελλαδικά, επειδή δεν υπάρχουν ενδιάμεσες δομές έκτακτης ανάγκης, ούτε ένα λειτουργικό σύστημα αναδοχής που να μπορεί να δώσει άμεση λύση.
«Σκεφτείτε ένα παιδί-θύμα ναυαγίου. Βρίσκεται σε μια ξένη χώρα, η μητέρα του νοσηλεύεται, και κάποιος πρέπει να το φροντίσει. Η παιδιατρική κλινική δεν είναι χώρος φροντίδας υγιών παιδιών. Δεν μπορεί η ευθύνη να πέφτει στο προσωπικό φύλαξης» – υπογραμμίζει. Αποτέλεσμα: τα παιδιά να τοποθετούνται σε θαλάμους μαζί με ασθενείς, οι κλινικές να επιβαρύνονται και οι εργαζόμενοι να προσπαθούν να καλύψουν ένα τεράστιο κενό που δεν τους αναλογεί.
Υποστελέχωση και δομές που δεν υπάρχουν
Η κοινωνική υπηρεσία του ΠΑΓΝΗ λειτουργεί με τα μισά από τα προβλεπόμενα στελέχη — μόλις τέσσερις μόνιμους κοινωνικούς λειτουργούς και δύο συμβασιούχες για τις ανάγκες ολόκληρου του νοσοκομείου.
Μια πραγματικότητα που δεν χωρά τον 21ο αιώνα
Παιδιά φοβισμένα, ασυνόδευτα, παιδιά-πρόσφυγες, παιδιά κακοποιημένα και παιδιά που μεγάλωσαν μέσα στη φτώχεια βρίσκονται επί εβδομάδες σε χώρους που προορίζονται για ασθενείς, όχι για ανηλίκους που χρειάζονται ασφάλεια, σταθερότητα και φροντίδα.
Όπως υποστηρίζουν εργαζόμενοι, στον 21ο αιώνα, παιδιά που θα έπρεπε να βρίσκουν μια ζεστή αγκαλιά μέσα από κρατικές δομές, παραμένουν εγκλωβισμένα στη δίνη κοινωνικών προβλημάτων που η πολιτεία αφήνει άλυτα.
«Με αφορμή τη φιλοξενία ενός προσφυγόπουλου στην Παιδιατρική Κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, επανέρχεται με έντονο τρόπο ένα πρόβλημα που είναι γνωστό εδώ και χρόνια στους εργαζομένους του συστήματος υγείας: το ζήτημα των παιδιών που φτάνουν στα νοσοκομεία με εισαγγελικές εντολές.
Μιλάμε για παιδιά που προέρχονται από περιβάλλοντα με βαρύ κοινωνικό φορτίο: παιδιά από οικογένειες που δοκιμάζονται από ακραία φτώχεια, παιδιά κακοποιημένα, παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί, προσφυγόπουλα που έφτασαν στη χώρα μας μετά από πολέμους ή μετακινήσεις πληθυσμών, ή παιδιά που ζουν σε οικιακές συνθήκες επικίνδυνες για τη ζωή και την υγεία τους.
Επειδή όμως η χώρα μας δεν διαθέτει επαρκείς δομές φιλοξενίας, κρατικές και εξειδικευμένες, οι ανήλικοι αυτοί – με εισαγγελική εντολή – οδηγούνται στις παιδιατρικές κλινικές. Η εισαγωγή τους δεν γίνεται επειδή είναι άρρωστα, αλλά επειδή απαιτείται ένας τυπικός προληπτικός υγειονομικός έλεγχος. Ο ρόλος του νοσοκομείου ολοκληρώνεται μέσα σε λίγες ημέρες. Παρ’ όλα αυτά, η παραμονή τους συνεχίζεται για εβδομάδες, μήνες, ακόμη και χρόνια, λόγω της πλήρους απουσίας εναλλακτικών δομών φιλοξενίας» – δήλωσε στη «Νέα Κρήτη» ο Πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων ΠΑΓΝΗ Δημήτρης Βρύσαλης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στην Αθήνα υπάρχουν καταγγελίες ότι παιδιά παραμένουν εγκλωβισμένα για μήνες ή και χρόνια σε νοσοκομεία, επειδή δεν υπάρχουν κατάλληλοι ξενώνες ή υπηρεσίες που θα αναλάβουν την προστασία και τη φροντίδα τους.
«Δεν πρόκειται μόνο για προσφυγόπουλα ούτε για έκτακτα περιστατικά. Είναι παιδιά που ζουν μόνιμα στη χώρα: παιδιά οικογενειών που έχουν εξαντληθεί οικονομικά, παιδιά γονέων με εξαρτήσεις, παιδιά με ιστορικό κακοποίησης. Μέχρι να βρεθεί ένας κατάλληλος χώρος φιλοξενίας – κατά προτίμηση κρατικός, με προσωπικό που γνωρίζει τις ανάγκες τους – αυτά τα παιδιά δεν έχουν άλλη επιλογή από το να παραμένουν στα νοσοκομεία. Το κενό αυτό είναι μεγάλο και διαχρονικό. Το κράτος αφήνει αυτή την πληγή ανοιχτή επί χρόνια.
Η “φιλοξενία” καταλήγει να γίνεται από προσωπικό φύλαξης, από ΜΚΟ ή από εργαζόμενους του νοσοκομείου που προσπαθούν όσο μπορούν. Όμως, όσο φιλότιμοι κι αν είναι, δεν διαθέτουν την απαραίτητη γνώση και κατάρτιση για να στηρίξουν ψυχολογικά ένα παιδί εγκαταλειμμένο, φοβισμένο ή σε κατάσταση σοβαρού κινδύνου» – σημείωσε ο κ. Βρύσαλης.
Όπως ανέφερε, στο ΠΑΓΝΗ τα τελευταία δύο χρόνια φιλοξενήθηκαν πάνω από 20 παιδιά, ηλικίας από τεσσάρων ετών έως την εφηβεία. Άλλα έμειναν λίγες ημέρες, άλλα εβδομάδες. «Αναγκαστικά τα παιδιά αυτά μένουν σε θαλάμους μαζί με άρρωστα παιδιά, κάτι που επιβαρύνει και τα ίδια αλλά και το προσωπικό των κλινικών. Οι εργαζόμενοι προσπαθούν να ανταποκριθούν, αλλά δεν μπορούν να καλύψουν τις τεράστιες ανάγκες που υπάρχουν σε ψυχολογική στήριξη, κοινωνική φροντίδα, εκπαίδευση και ασφάλεια.
Σκεφτείτε την εικόνα: παιδιά που έχουν βιώσει πολέμους, ναυάγια, κακοποίηση ή απόλυτη φτώχεια, βρίσκονται σε μια ξένη χώρα, χωρίς να γνωρίζουν γλώσσα, χωρίς οικεία πρόσωπα, χωρίς σταθερότητα. Και ζουν για εβδομάδες μέσα σε νοσοκομεία – όχι γιατί είναι άρρωστα, αλλά επειδή δεν υπάρχει άλλος τρόπος να προστατευτούν. Αυτή η πραγματικότητα δεν μπορεί να συνεχιστεί στον 21ο αιώνα. Τα παιδιά αυτά πρέπει να βρίσκουν δομές που θα τους δίνουν ασφάλεια και αγάπη, όχι προσωρινή “στάθμευση” σε νοσοκομεία» – κατέληξε ο ίδιος.
«Πρέπει κανείς να αναλογιστεί πόσο τραυματική είναι από μόνη της η εμπειρία της απομάκρυνσης ενός παιδιού από το φυσικό του περιβάλλον και την οικογένειά του. Δεν είναι μια απλή διαδικασία· είναι κάτι που διαταράσσει ολόκληρο τον κόσμο του παιδιού. Και το πρόβλημα είναι ότι, αντί να υπάρχει ένα οργανωμένο δίκτυο υπηρεσιών που να στηρίζει το παιδί σε αυτή τη δύσκολη μετάβαση, τελικά το παιδί επανατραυματίζεται, γιατί μεταφέρεται σε ένα ακατάλληλο περιβάλλον.
Και ξέρετε, κάλυψη ανάγκης δεν σημαίνει “έβαλα κάπου το παιδί και έκανα ένα τσεκ σε ένα κουτάκι”. Δεν είναι αυτό προστασία. Δεν είναι αυτό φροντίδα. Χρειάζεται χρόνος, εξειδικευμένοι άνθρωποι, κατάλληλες δομές.
Έχουμε περιστατικά παιδιών που παραμένουν στα νοσοκομεία για μήνες. Το σύστημα που θα έπρεπε να προστατεύει αυτά τα παιδιά, καταλήγει – λόγω των επιλογών της Πολιτείας και της πραγματικότητας που βιώνουμε, δηλαδή της έλλειψης ενός αποκλειστικά δημόσιου και πλήρως ανεπτυγμένου δικτύου παιδικής προστασίας – να τα τραυματίζει αντί να τα βοηθά.
Με αφορμή το περιστατικό στο ΠΑΓΝΗ, πρέπει να δούμε και μια ακόμα πτυχή.
Σκεφτείτε ένα παιδί, θύμα ναυαγίου. Ένα παιδί που αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα του λόγω πολεμικής σύγκρουσης και εξαιρετικά δυσμενών συνθηκών. Βρίσκεται στο ΠΑΓΝΗ, ενώ η μητέρα του νοσηλεύεται. Κάποιος πρέπει να το φροντίσει. Και αυτή η φροντίδα δεν μπορεί να παρέχεται μέσα σε μια παιδιατρική κλινική, όταν το παιδί δεν είναι άρρωστο. Χρειάζονται υπηρεσίες με ολοκληρωμένο πλαίσιο προστασίας και φροντίδας. Και, με συγχωρείτε, αλλά αυτό δεν μπορεί να το προσφέρει το προσωπικό φύλαξης, όσο καλή πρόθεση κι αν έχει. Ούτε οι εργαζόμενοι που δεν έχουν την ευθύνη αυτού του αντικειμένου», δήλωσε στη «Νέα Κρήτης» ο κ. Γιώργος Σαμπροβαλάκης, πρόεδρος του Περιφερειακού Τμήματος Κρήτης του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδoς.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα στην πραγματικότητα είναι ότι δεν υπάρχουν ενδιάμεσες δομές έκτακτης ανάγκης, όπου θα μπορούσαν να μεταφερθούν άμεσα αυτά τα παιδιά. Την ίδια ώρα, οι κοινωνικοί λειτουργοί του ΠΑΓΝΗ – όπως και άλλων νοσοκομείων – καλούνται να καλύψουν τεράστια κενά, σε συνθήκες πολλαπλών υποχρεώσεων και υποστελέχωσης.
«Η κοινωνική υπηρεσία διαθέτει 12 οργανικές θέσεις και στελεχώνεται μόλις από 4 μόνιμους συναδέλφους και 2 συμβασιούχες. Βρισκόμαστε δηλαδή περίπου στο 50% της αναγκαίας στελέχωσης. Πώς μπορούν αυτοί οι συνάδελφοι να στηρίξουν ή να δρομολογήσουν άμεσα τη διαδικασία της κατεπείγουσας αναδοχής; Πώς να τρέξουν όλες τις αναγκαίες διαδικασίες; Εμποδίζονται από τη λειτουργία και τα κενά ολόκληρου του συστήματος υγείας και παιδικής προστασίας.
Για τα μικρά παιδιά, ξεκάθαρα, η γραμμή πρέπει να είναι η κατεπείγουσα αναδοχή. Αλλιώς οδηγούνται στο σύστημα παιδικής προστασίας, το οποίο – ως πρακτική – δεν είναι η ορθότερη, γιατί τα παιδιά καταλήγουν σε ιδρύματα, ενώ ο ρόλος τους υποτίθεται ότι θα ήταν να λειτουργούν ως δομές που θα προωθούσαν τη σύνδεση με την κοινότητα.
Σήμερα χρειάζεται γενναία χρηματοδότηση για το σύστημα υγείας και πρόνοιας και, συνεπώς, για το σύστημα παιδικής προστασίας, ώστε να υπάρξει επιτέλους ένα αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν δίκτυο που να καλύπτει ουσιαστικά τις ανάγκες. Αυτό σημαίνει επένδυση στην πρόληψη, στήριξη των οικογενειών πριν φτάσουμε στο σημείο της εισαγγελικής εντολής. Και όταν αυτή η εντολή είναι αναπόφευκτη, τότε το παιδί πρέπει να έχει ολοκληρωμένη στήριξη, όχι να οδηγείται σε περιβάλλοντα ακατάλληλα και μη προστατευτικά» – τόνισε ο ίδιος.
Στο δελτίο Τύπου του Σωματείου Εργαζομένων ΠΑΓΝΗ η κατάσταση περιγράφεται ως «εγκληματική έλλειψη κρατικών δομών φιλοξενίας». Το σωματείο καλεί την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα:
- στη δημιουργία νέων, δημόσιων, δωρεάν δομών φιλοξενίας για παιδιά σε κίνδυνο
- στη στελέχωσή τους με μόνιμο, εξειδικευμένο προσωπικό
- στην ουσιαστική στήριξη οικογενειών που αντιμετωπίζουν φτώχεια, εξαρτήσεις ή κοινωνικά αδιέξοδα, ώστε να αποφεύγεται η απομάκρυνση των παιδιών
- στην ανάπτυξη υπηρεσιών που εξασφαλίζουν σωστή μεταβατική προστασία και όχι παρατεταμένη παραμονή σε νοσοκομεία
«Η κυβέρνηση αντί να χρηματοδοτήσει τις αναγκαίες δομές, νομιμοποιεί την κακοποίηση αυτών των παιδιών», τονίζεται στο δελτίο Τύπου.
Source link

