Άγιος Νεκτάριος: Συκοφαντούμενος και διωκόμενος – Η συγνώμη του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας

Άγιος Νεκτάριος: Συκοφαντούμενος και διωκόμενος – Η συγνώμη του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας

Νεοφανής και λίαν δημοφιλής άγιος της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, η μνήμη του οποίου τιμάται στις 9 Νοεμβρίου. Την ημέρα αυτή γιορτάζουν ο Νεκτάριος και η Νεκταρία.

Ο κατά κόσμον Αναστάσιος Κεφαλάς γεννήθηκε στη Σηλυβρία της Θράκης την 1η Οκτωβρίου 1846 από ευσεβείς γονείς, τον Δήμο και τη Μαρία Κεφαλά. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην πατρίδα του και σε ηλικία 14 ετών μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος στο κατάστημα ενός συγγενή του. Τις ελεύθερες ώρες του μελετούσε τα Πατερικά κείμενα και εκκλησιαζόταν τακτικά. Στη συνέχεια εργάστηκε ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου τού Παναγίου Τάφου, όπου ανέλαβε και διδακτικά καθήκοντα στις κατώτερες τάξεις.

Σε ηλικία 20 ετών, το 1866, διορίσθηκε δάσκαλος στο χωριό Λίθιο της Χίου, στο οποίο παρέμεινε για επτά χρόνια. Παράλληλα, ως θιασώτης του μοναχικού βίου επισκεπτόταν συχνά την Ιερά Μονή των Αγίων Πατέρων και συζητούσε ώρες αμέτρητες για διάφορα θρησκευτικά θέματα με τον ηγούμενο γέροντα Παχώμιο. Ο πόθος του για τη μοναχική ζωή αύξανε μέρα με την μέρα και στις 7 Νοεμβρίου 1876 εκάρη μοναχός με το όνομα Λάζαρος στη Νέα Μονή της Χίου. Το όνομα Νεκτάριος το έλαβε κατά τη χειροτονία του σε διάκονο (15 Ιανουαρίου 1877) από τον μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο.

Ένας πλούσιος και ευσεβής κάτοικος της Χίου, ο Ιωάννης Χωρέμης, του έδωσε τη δυνατότητα να συνεχίσει τις σπουδές του στην Αθήνα. Φοίτησε στο Γυμνάσιο, αλλά κατά τη διάρκεια των απολυτηρίων εξετάσεων ο ευεργέτης του πέθανε. Έτσι, δεν ήταν δυνατόν να εκπληρωθεί η επιθυμία του να σπουδάσει θεολογία. Κάποιοι γνωστοί του, όμως, τον σύστησαν στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο (1870-1899), ο οποίος εκτιμώντας τον χαρακτήρα του ανέλαβε τα έξοδα για τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από το οποίαν έλαβε το πτυχίο του το 1885.

Τον επόμενο χρόνο επανήλθε στην Αλεξάνδρεια, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος (23 Μαρτίου 1886) από τον ίδιο τον πατριάρχη και ανέλαβε τα καθήκοντα του γραμματέα και του ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Στις 15 Ιανουαρίου 1889 χειροτονήθηκε μητροπολίτης της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Μητροπόλεως Πενταπόλεως στο Ναό του Αγίου Νικολάου του Καΐρου, χοροστατούντος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου.

Η δράση του και η ταχεία άνοδός του στα εκκλησιαστικά αξιώματα προκάλεσαν την αντίδραση κληρικών του πατριαρχείου, οι οποίοι τον διέβαλαν στον Σωφρόνιο, ότι θέλει να του πάρει τον θρόνο.

(Ο Πατριαρχικός ναός του Αγίου Νικολάου Χαμζάουι στο Κάιρο, όπου φυλάσσονται λείψανα του Αγίου Νεκταρίου)

(Το γραφείο του Αγ. Νεκταρίου στο κελί του στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας)

Ο Άγιος του Καΐρου, ο Άγιος που ευλόγησε το Χαμζάουι και την Πατριαρχική Επιτροπεία της Αλεξανδρινής Εκκλησίας που βρίσκεται στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα, εκεί όπου ο Άγιος Νεκτάριος έζησε από το 1886 μέχρι το 1889 και ευλόγησε τον περικαλλή ναό του Αγίου Νικολάου αλλά και το σπίτι του που βρίσκεται ακριβώς μπροστά στο ναό, και όπου διατηρούνται μέχρι τις ημέρες μας πολλά κειμήλια και έγγραφα – ντοκουμέντα από τη ζωή του».

(Το αναλόγιο και το κομποσκίνι που προσευχόταν)

(Η είσοδος του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου, στην καρδιά του Αιγυπτιακής πρωτεύουσας)

Οι φθονερές εισηγήσεις τους έγιναν αποδεκτές από τον Πατριάρχη, ο οποίος τον απομάκρυνε από το Πατριαρχείο.

Το 1889, ο Νεκτάριος ήλθε στην Αθήνα με σκοπό να μονάσει στο Άγιο Όρος. Όμως, πολλοί εκκλησιαστικοί παράγοντες τον παρότρυναν να παραμείνει στην Ελλάδα, όπου η παρουσία του θα ήταν ωφελιμότερη. Μάταια επί ένα χρόνο αναζητούσε εργασία, ζώντας στην απόλυτη φτώχεια, ώσπου το 1891 διορίσθηκε ιεροκήρυκας Ευβοίας (1891-1893), στη συνέχεια Φθιώτιδος και Φωκίδος (1893-1894) και τέλος διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894-1908). Μετά τον θάνατο του πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου το 1899, ο Νεκτάριος κλήθηκε να τον διαδεχθεί, αλλά αρνήθηκε.

Το 1904 ίδρυσε στην Αίγινα τη γυναικεία Μονή της Αγίας Τριάδος, στην οποία και εγκαταβίωσε μετά την παραίτησή του από τη Ριζάρειο το 1908. Εκεί έγινε πανελληνίως γνωστός με τα πολλά θαύματα που τέλεσε, αλλά η δράση του προκάλεσε την αντίδραση τοπικών παραγόντων (εκκλησιαστικών και μη), που τον διέβαλαν στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών.

Δύο διαδοχικοί αρχιεπίσκοποι, ο Θεόκλητος και ο Μελέτιος, διέταξαν ανακρίσεις, αλλά δεν βρήκαν κάτι το μεμπτό. Όπως και η Εισαγγελία Πειραιά που ερεύνησε την καταγγελία μητέρας ότι η 16χρονη κόρη της είχε γίνει χωρίς την έγκρισή της δεκτή ως καλόγρια στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας.

Στις αρχές του 1919 ο Νεκτάριος προσβλήθηκε από καρκίνο του προστάτη, τον οποίο απέκρυψε από το περιβάλλον του. Συνέχισε την εκκλησιαστική δράση του, αλλά στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1920 οι πόνοι έγιναν αφόρητοι και με δυσκολία περπατούσε. Τότε αναγκάστηκε να νοσηλευτεί στο «Αρεταίειο» της Αθήνας, όπου άφησε την τελευταία του πνοή λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της 8ης Νοεμβρίου 1920.

Κηδεύτηκε με πάνδημο τρόπο στην Αίγινα και ενταφιάστηκε στη Μονή τής Αγίας Τριάδας.

Στις 20 Απριλίου 1961, με πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως συναριθμήθηκε «τοις οσίοις και αγίοις της Εκκλησίας», επειδή «…οσιότητι μεν και αγιότητι βίου διακριθείς και τύπον και υπογραμμόν αρετής και εγκρατείας και αγαθοεργίας παραστήσας και ζων και μετά θάνατον του χαρίσματος της των θαυμάτων ενεργείας παρά Θεού αξιωθείς…».

Η ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου έγινε στις 2 Σεπτεμβρίου 1963 και από τότε φυλάσσονται στη μονή που ο ίδιος ίδρυσε στην Αίγινα.

Η “συγνώμη” του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας
«Ήταν 14 Ιανουαρίου του 1998 παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια κ. Εμμανουήλ Κακαβελάκη και του Προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας κ. Εδμόνδου Κασιμάτη, όταν τότε – ο μακαριστός Πατριάρχης Πέτρος έφερε το θέμα στη Σύνοδο και το ιεραποστολικό Πατριαρχείο έπαιρνε τη μεγάλη απόφαση να δικαιώσει ενώπιον της εικόνος του και να ζητήσει εν Συνόδω συγνώμη για το διωγμό που υπέστη ο Άγιος Νεκτάριος. 

Αποκάλυψε μάλιστα ότι το Πατριαρχείο πήρε τη μεγάλη αυτή απόφαση για να ζητήσει τη συγνώμη από τον Άγιο Νεκτάριο την ημέρα της 15ης Ιανουαρίου του 1998, χωρίς να γνωρίζει μία φοβερή λεπτομέρεια: ότι την ίδια ακριβώς ημερομηνία συνέβησαν και άλλα τρία θαυμαστά γεγονότα στο θαυμαστό βίο του Αγίου: στις 15 Ιανουαρίου έλαβε το θείο Βάπτισμα, στις 15 Ιανουαρίου του 1877 χειροτονήθηκε διάκονος από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο και στις 15 Ιανουαρίου του 1889 έλαβε την αρχιερωσύνη και έγινε Επίσκοπος διά χειρών του Πατριάρχου Σωφρονίου!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ταξιάρχες: Οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ – Γιατί γιορτάζει η Αεροπορία


Source link