Σε ύψιστο διακύβευμα, το οποίο θα συνδιαμορφώσει τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο λειτουργώντας όχι μόνο ως επιταχυντής του ελληνικού ενεργειακού προγράμματος αλλά κυρίως ως ανάχωμα έναντι του τουρκικού αναθεωρητισμού διά της έμπρακτης εφαρμογής των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, ανάγει η Αθήνα την αναμενόμενη συμμετοχή τουλάχιστον μίας αμερικανικής πετρελαϊκής εταιρείας στις έρευνες για υδρογονάνθρακες νοτίως της Κρήτης και συγκεκριμένα στα οριοθετημένα θαλάσσια τεμάχια «Κρήτη-1» και «Κρήτη-2».
Η κυβέρνηση και δη το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος τηρούν αυστηρή σιγή ασυρμάτου όσον αφορά την πιθανή έκβαση του διαγωνισμού, με τελική ημερομηνία κατάθεσης των σχετικών προτάσεων σήμερα 10 Σεπτεμβρίου, όμως πηγές με γνώση των εξελίξεων λένε στο «Βήμα» ότι «το αμερικανικό ενδιαφέρον θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο, είτε μιλάμε για τη Chevron είτε για την Exxon Mobil σε κοινοπραξία με την Hellenic Energy, ή ακόμα καλύτερα και για τις δύο».
Οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη θα αντιμετωπιστεί ως ήττα και μάλιστα με συνέπεια την παραπομπή μιας μακράς προσπάθειας τουλάχιστον 15 ετών στις ελληνικές καλένδες.
Απάντηση στο τουρκολιβυκό μνημόνιο
Στην Αθήνα εκτιμούν ότι η αμερικανική παρουσία τέτοιου επιπέδου στις περιοχές που έχουν χαραχθεί νοτίως της Κρήτης στη βάση της μέσης γραμμής του νόμου Μανιάτη (2011) θα επιβεβαιώσει, εμμέσως πλην σαφώς, τις ελληνικές θέσεις περί του δικαιώματος των νησιών σε ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, όπως άλλωστε προβλέπεται ρητά στο Δίκαιο της Θάλασσας, αποτελώντας ταυτοχρόνως ψήφο εμπιστοσύνης υπέρ της διεθνούς νομιμότητας, κόντρα στην πειρατική λογική που επιχειρεί να επιβάλει στην Ανατολική Μεσόγειο η Αγκυρα με όχημα το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Σύμφωνα με την πλέον προωθημένη άποψη κυβερνητικών στελεχών που βρίσκονται κοντά στα κέντρα αποφάσεων και παρά το γεγονός ότι η δραστηριοποίηση ιδιωτικών εταιρειών δεν συνεπάγεται κατοχύρωση κυριαρχικών δικαιωμάτων, «η συμμετοχή αμερικανικών εταιρειών ουσιαστικά καταργεί στην πράξη το τουρκολιβυκό μνημόνιο, διότι αυτό καταλαμβάνει και μέρος (σ.σ.: σχετικά μικρή επιφάνεια στα νοτιοανατολικά) των εν λόγω θαλάσσιων τεμαχίων. Ακόμα και αν κανείς διαφωνεί με αυτή την άποψη, το βέβαιο είναι ότι αν τα πράγματα εξελιχθούν κατ’ ευχήν, τότε αποδεικνύεται ότι οι Αμερικανοί δεν θεωρούν το μνημόνιο ως κάτι σοβαρό».
Στην ίδια λογική κινείται και ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, ο οποίος χαρακτήρισε (Action 24) την πιθανή αμερικανική δραστηριοποίηση ως «σπουδαία επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας», επισημαίνοντας ότι στο τέλος της ημέρας όλα κρίνονται στο πεδίο, «εκεί που τα κυριαρχικά δικαιώματα βρίσκουν την εφαρμογή τους».
Σε αντίστιξη και σύμφωνα με πιο μετριοπαθείς θέσεις που εκφράζονται κυρίως σε ακαδημαϊκό επίπεδο, αλλά αποτυπώνουν τη νομική πραγματικότητα, «τα κυριαρχικά δικαιώματα κατοχυρώνονται μόνο μέσω διμερών συμφωνιών. Ακόμα και στην ιδιότυπη περίπτωση χάραξης θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου, όπου ενεπλάκησαν ιδιωτικές εταιρείες, αμφότερα τα κράτη πρώτα συμφώνησαν διμερώς με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ύστερα ακολούθησε η επιχειρηματική δραστηριοποίηση».
Η Ανατολική Μεσόγειος στο «κόκκινο»
Καθώς είναι φανερό ότι η Ανατολική Μεσόγειος βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο όχι μόνο του ενεργειακού, αλλά του ευρύτερου γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος, αποτελώντας ταυτοχρόνως διεκδικούμενο ζωτικό χώρο από την πλευρά της Τουρκίας, στην ελληνική πρωτεύουσα γνωρίζουν ότι η Αγκυρα θα συνεχίσει να παρεμβάλλεται, ευθέως και διά της πλαγίας, σε κάθε εγχείρημα της Αθήνας, πολλώ δε μάλλον στα νότια της Κρήτης.
Αλλωστε, σε αυτό το πλαίσιο τοποθετούνται τόσο οι δύο ρηματικές διακοινώσεις της Τρίπολης, η πρώτη περί αμφισβήτησης της μέσης γραμμής και η δεύτερη με την αποτύπωση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού – αμφότερες σχεδόν υπαγορευμένες από τούρκους διπλωμάτες –, όσο και η πίεση στην Ανατολική Λιβύη προς επικύρωση του τουρκολιβυκού συμφώνου.
Η Αγκυρα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να ανεβάσει το γεωπολιτικό ρίσκο, προκειμένου να αποτρέψει την αμερικανική επιχειρηματική δραστηριότητα σε μια περιοχή η οποία θα θεωρείται εκ των πραγμάτων αμφισβητούμενη και κυρίως υποκρύπτουσα εκπλήξεις. Πρόκειται, όμως, για την ίδια περιοχή την οποία ειδικά η Chevron αναδεικνύει ως πρωτεύουσας σημασίας στο ερευνητικό πρόγραμμα αναζήτησης φυσικού αερίου.
«Οι Τούρκοι γνωρίζουν ότι αν τελικά έρθει η Chevron ή η Exxon τότε δεν θα έχουν πολλά περιθώρια παρέμβασης. Θυμηθείτε ότι δεν τόλμησαν να κάνουν κάτι τέτοιο στην ΑΟΖ της Κύπρου, εκεί τουλάχιστον που αναμείχθηκε η Exxon» λέει στο «Βήμα» έμπειρος κυβερνητικός. Παρ’ όλα αυτά, ο δρόμος έως την άφιξη αμερικανικών ερευνητικών είναι μακρύς και όπως υπογραμμίζουν υπηρεσιακά διπλωματικές πηγές «σε κάθε ενέργεια που θα πραγματοποιεί η Αθήνα, όπως είναι για παράδειγμα η αξιολόγηση των προτάσεων στον διαγωνισμό ή η επιλογή σημείων έρευνας, η Αγκυρα θα καταγράφει την αντίδρασή της».
Το ερώτημα είναι αν οι τουρκικές αντιδράσεις θα παραμένουν στο επίπεδο της διπλωματίας ή θα περάσουν στις πράξεις επί του πεδίου. Το σημείο ρήξης έχει ήδη περιγραφεί από την ελληνική κυβέρνηση και δεν είναι άλλο από την παράβαση της μέσης γραμμής από την Τουρκία ή τη Λιβύη. Πάντως, όπως κατά κόρον μεταδίδουν τις τελευταίες ημέρες τα φιλοκυβερνητικά Μέσα στη γείτονα, «η παρουσία εταιρειών δεν αλλάζει την πραγματικότητα της κυριαρχίας και των δικαιωμάτων στην περιοχή», με κορυφαίους τούρκους αναλυτές να προειδοποιούν δημοσίως ότι «η Αθήνα επιχειρεί να αποκλείσει την Αγκυρα από την Ανατολική Μεσόγειο», γεγονός που μπορεί να οδηγήσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε νέα διολίσθηση με μακροπρόθεσμα χαρακτηριστικά.
Κι αυτό διότι η Τουρκία δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τις πάγιες θέσεις της για την Ανατολική Μεσόγειο, ειδικά αφού προσλαμβάνει κάθε ενεργειακό εγχείρημα ως μέσο προβολής ισχύος, αλλά και άσκησης κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Το παράδειγμα της τουρκικής παρέμβασης με αποτέλεσμα, ουσιαστικά, την αναστολή των ερευνών για την πόντιση του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, παρότι μάλιστα πρόκειται για έργο που εμπίπτει στην ανοικτή θάλασσα, αναδεικνύει με τον πλέον ηχηρό τρόπο τις διαθέσεις της Αγκυρας.
Το ενδιαφέρον του Λευκού Οίκου
Η εξέλιξη του διαγωνισμού αποκτά επιπλέον σημασία για την Αθήνα, διότι θεωρείται ως η μοναδική, ίσως, οδός προσέλκυσης του ενδιαφέροντος του αμερικανού προέδρου για τα τεκταινόμενα στην Ανατολική Μεσόγειο, σε μια εποχή που ο Λευκός Οίκος ασχολείται κατά κόρον με τις μείζονες εξελίξεις στο ρωσο-ουκρανικό μέτωπο, αλλά και τον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα.
Οπως γίνεται κατανοητό, στην ελληνική πλευρά εκτιμούν ότι η πιθανή δραστηριοποίηση των λεγόμενων και «πετρελαϊκών κολοσσών» στα νότια της Κρήτης, θα μειώσει τις πιθανότητες αύξησης των εντάσεων από την πλευρά της Αγκυρας, καθώς το τελευταίο που θα ήθελε να δει ο Ντόναλντ Τραμπ είναι μια ελληνοτουρκική αντιπαράθεση που θα παρεμποδίσει τη μεγέθυνση των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων.
Βεβαίως, όλοι οι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να συνυπολογίσουν το απρόβλεπτο όχι μόνο του χαρακτήρα, αλλά και εν γένει του τρόπου άσκησης της εξωτερικής πολιτικής από τον αμερικανό πρόεδρο.
Source link