Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών του Συντηρητικού Κόμματος του Ηνωμένου Βασιλείου έχει «σοβαρά ερωτήματα να απαντήσει» για μια διαρροή δεδομένων που αποκάλυψε τα στοιχεία χιλιάδων Αφγανών που είχαν υποστηρίξει τις βρετανικές δυνάμεις, δήλωσε ο σερ Κιρ Στάρμερ
Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι τα σφάλματα που κληρονόμησε η κυβέρνησή του περιλάμβαναν και μια υπερ-απαγόρευση δημοσιοποίησης (super-injunction), η οποία εμπόδισε τη δημοσίευση της διαρροής, καθώς και μια “μυστική διαδρομή” για τους πληγέντες, ώστε να έρθουν στο Ηνωμένο Βασίλειο, «η οποία έχει ήδη κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια λίρες».
Τα στοιχεία σχεδόν 19.000 Αφγανών, που είχαν αιτηθεί να μετακινηθούν στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την ανάληψη εξουσίας από τους Ταλιμπάν, διέρρευσαν κατά λάθος τον Φεβρουάριο του 2022 από Βρετανό αξιωματούχο. Η προηγούμενη κυβέρνηση ενημερώθηκε γι’ αυτό τον Αύγουστο του 2023, όταν τα στοιχεία δημοσιεύτηκαν στο Facebook! Ο σερ Μπεν Γουάλας, τότε υπουργός Άμυνας, δήλωσε ότι η συντηρητική κυβέρνηση είχε αιτηθεί τετράμηνη απαγόρευση δημοσιοποίησης, όταν έλαβε γνώση της διαρροής, την οποία ένας δικαστής μετέτρεψε σε υπερ-απαγόρευση (super-injunction), πράγμα που σήμαινε ότι ακόμη και η ύπαρξη της δικαστικής εντολής δεν μπορούσε να αναφερθεί.
Η υπερ-απαγόρευση ήρθη την Τρίτη, κατόπιν επανεξέτασης
Ο σερ Μπεν, ο οποίος αποχώρησε από τη θέση του στα τέλη Αυγούστου 2023 και αντικαταστάθηκε ως υπουργός Άμυνας από τον Γκραντ Σαπς, δήλωσε ότι «δεν απολογείται» για την αίτηση της αρχικής απαγόρευσης δημοσιοποίησης. Τόνισε ότι αυτό «δεν ήταν συγκάλυψη», αλλά αποσκοπούσε στην προστασία των Αφγανών που θα μπορούσαν να διατρέχουν κίνδυνο. Μιλώντας στην έναρξη της Ώρας του Πρωθυπουργού στη Βουλή των Κοινοτήτων, ο σερ Κιρ Στάρμερ δήλωσε: «Υπήρξε πάντοτε υποστήριξη απ’ όλη αυτή τη Βουλή, ώστε το Ηνωμένο Βασίλειο να τηρήσει τις υποχρεώσεις του απέναντι στους Αφγανούς που υπηρέτησαν δίπλα στις βρετανικές δυνάμεις. Είχαμε προειδοποιήσει, ως αντιπολίτευση, για τη διαχείριση αυτής της πολιτικής από τους Συντηρητικούς, και χθες ο υπουργός Άμυνας παρουσίασε πλήρως την έκταση των αποτυχιών που κληρονομήσαμε. Μια σοβαρή διαρροή δεδομένων, μια υπερ-απαγόρευση δημοσιοποίησης (super injunction), μια μυστική διαδρομή που έχει ήδη κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια λίρες.
Οι υπουργοί που υπηρέτησαν στην προηγούμενη κυβέρνηση έχουν σοβαρά ερωτήματα να απαντήσουν για το πώς επετράπη να συμβεί αυτό». Ένα επείγον πρόγραμμα μετεγκατάστασης για όσους επηρεάστηκαν από τη διαρροή, η “Διαδρομή Ανταπόκρισης για το Αφγανιστάν” (Afghanistan Response Route), τέθηκε σε εφαρμογή τον Απρίλιο του 2024 και μέχρι στιγμής έχουν φτάσει στο Ηνωμένο Βασίλειο 4.500 Αφγανοί. Έχει κοστίσει 400 εκατομμύρια λίρες, ενώ το τελικό κόστος αναμένεται να φτάσει περίπου 850 εκατομμύρια λίρες. Συνολικά 6.900 άτομα αναμένεται να έρθουν στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω του προγράμματος, το οποίο έχει πλέον κλείσει.
Βρίσκονται ακόμα στο Αφγανιστάν
Το υπουργείο Άμυνας (MoD) εκτιμά ότι 600 Αφγανοί στρατιώτες, των οποίων τα στοιχεία περιλαμβάνονταν στη διαρροή, καθώς και 1.800 μέλη των οικογενειών τους, βρίσκονται ακόμα στο Αφγανιστάν και διατρέχουν θανάσιμο κίνδυνο από τους Ταλιμπάν. Η ύπαρξη του προγράμματος έγινε δημόσια γνωστή μόνο αφού το Ανώτατο Δικαστήριο ήρε την υπερ-απαγόρευση δημοσιοποίησης. Εξηγώντας την απόφαση, ο δικαστής Τσέιμπερλεϊν ανέφερε ότι η εσωτερική επανεξέταση του υπουργείου Άμυνας κατέληξε στο ότι οι Ταλιμπάν πιθανώς ήδη διαθέτουν τις βασικές πληροφορίες του αρχείου και η επιβεβαίωση της ύπαρξής του θα αύξανε ουσιαστικά τον κίνδυνο για τα πρόσωπα που επηρεάζονται.
Ο πρόεδρος της Βουλής, σερ Λίντσεϊ Χόιλ, δήλωσε ότι η υπερ-απαγόρευση δημοσιοποίησης εγείρει σημαντικά συνταγματικά ζητήματα. Καθώς οι βουλευτές δεν είχαν γνώση της διαρροής, το θέμα δεν μπορούσε να τεθεί προς συζήτηση στη Βουλή, ούτε να εξεταστεί από κοινοβουλευτική επιτροπή.
Τα στοιχεία σχεδόν 19.000 Αφγανών που είχαν αιτηθεί να μετακινηθούν στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την ανάληψη εξουσίας από τους Ταλιμπάν διέρρευσαν κατά λάθος τον Φεβρουάριο του 2022 από Βρετανό αξιωματούχο
Η υπερ-απαγόρευση είχε αρθεί από δικαστή τον Μάιο του 2024, μία ημέρα πριν ο Ρίσι Σούνακ προκηρύξει τις γενικές εκλογές, αλλά τότε η Συντηρητική κυβέρνηση πέτυχε την ανατροπή της απόφασης μέσω έφεσης. Οι υπουργοί του Εργατικού Κόμματος αντιμετωπίζουν, επίσης, ερωτήματα για ποιον λόγο διατηρήθηκε η υπερ-απαγόρευση σε ισχύ. Η Ντάουνινγκ Στριτ υπερασπίστηκε την απόφαση της κυβέρνησης να ζητήσει την παράταση της απαγόρευσης, δηλώνοντας ότι «υπήρχε σημαντικό έργο που έπρεπε να γίνει» για να αξιολογηθεί η κατάσταση. Η επίσημη επανεξέταση σχετικά με την πιθανή άρση της υπερ-απαγόρευσης ξεκίνησε τον Ιανουάριο. Μια γυναίκα από το Αφγανιστάν δήλωσε ότι βρίσκεται τώρα «σε μεγάλο κίνδυνο» εξαιτίας της διαρροής. Η γυναίκα, της οποίας η ταυτότητα διατηρείται απόρρητη, είναι μητέρα ενός Αφγανού άνδρα που υπηρέτησε στις βρετανικές δυνάμεις. Εκείνος βρίσκεται πλέον στο Ηνωμένο Βασίλειο και υπέβαλε αίτηση για να τη φέρει κοντά του.
Το υπουργείο Άμυνας επικοινώνησε μαζί του χθες και του ανακοίνωσε ότι οι πληροφορίες της αίτησής του είχαν παραβιαστεί.
«Στεναχωρήθηκα πάρα πολύ», δήλωσε η γυναίκα. «Αν η κυβέρνηση δε μου χορηγούσε βίζα και δεν έκανε δεκτή την αίτησή μου, το ελάχιστο που θα μπορούσε να κάνει ήταν να διασφαλίσει τις πληροφορίες μου και να μη διαρρεύσει την ταυτότητά μου. Τώρα όλοι γνωρίζουν ποια είμαι και η ζωή μου βρίσκεται σε θανάσιμο κίνδυνο».
Ένας άλλος άνδρας, ο Ασίφ Χαν (δεν είναι το πραγματικό του όνομα), συμμετείχε σε κοινές επιχειρήσεις με τον Βρετανικό Στρατό εναντίον των Ταλιμπάν. Μεταφέρθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν από έξι εβδομάδες από το Ισλαμαμπάντ, αφού του ζητήθηκε να μετακινηθεί από το Αφγανιστάν στο Πακιστάν για να παραληφθεί.
Ο Ασίφ, ο οποίος ενημερώθηκε μέσω email την Τρίτη για τη διαρροή δεδομένων, δήλωσε ότι φοβάται για την ασφάλεια της οικογένειάς του, ιδιαίτερα των αδελφών του.
«Εύχομαι πραγματικά να μη συμβεί τίποτα σε αυτούς, αφού δε συμμετείχαν σε καμία στρατιωτική επιχείρηση μαζί μου. Έχω πολλούς συναδέλφους που πολέμησαν στο πλευρό μας, αλλά έχουν μείνει στο Αφγανιστάν, ανησυχώ ιδιαίτερα γι’ αυτούς τώρα».
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΡΕΥΝΑ
«Ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα»
Ανώτερη πηγή του υπουργείου Άμυνας ανέφερε ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να αμφισβητήσει οποιαδήποτε απαίτηση αποζημίωσης, καθώς πιστεύει ότι όσοι βρίσκονταν σε επαρκή κίνδυνο έχουν ήδη μετεγκατασταθεί ή βρίσκονται στη διαδικασία μετεγκατάστασης.
Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες κάλεσαν για δημόσια έρευνα, ώστε να εξεταστεί το μέγεθος της διαρροής και οι μεταγενέστερες προσπάθειες της κυβέρνησης να αποκρύψει τις λεπτομέρειες.
Η Επιτροπή Άμυνας της Βουλής των Κοινοτήτων δήλωσε ότι θα ξεκινήσει έρευνα για τη διαρροή, «ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα».
Η Ντάουνινγκ Στριτ δεν έχει διευκρινίσει εάν ο υπάλληλος που ευθύνεται για τη διαρροή αντιμετώπισε πειθαρχικά μέτρα, αλλά δεν κατέχει πλέον την ίδια θέση.
O υπουργός Άμυνας Τζον Χίλεϊ όσο και η ηγέτιδα των Συντηρητικών, Κέμι Μπάντενοκ, ζήτησαν συγνώμη εκ μέρους των κομμάτων τους για τη διαρροή.
Η διαρροή, η οποία συνέβη μετά την αποχώρηση των αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν το 2021, περιλάμβανε τα ονόματα ανθρώπων που είχαν αιτηθεί να μεταβούν στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω του προγράμματος Ανακατάταξης και Βοήθειας για το Αφγανιστάν (ARAP).
Το πρόγραμμα αυτό απευθυνόταν σε Αφγανούς που εργάστηκαν για τη βρετανική κυβέρνηση, καθώς και στις οικογένειές τους, και φοβούνταν αντίποινα από τους Ταλιμπάν.
Το βέβαιο είναι ότι όσοι δεν κατάφεραν να αποχωρήσουν εγκαίρως, μετά τη διαρροή, είναι πλέον γνωστοί στο καθεστώς των Ταλιμπάν, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
Source link